Το τεστ τροπονίνης είναι μια εξέταση που ανιχνεύει την τροπονίνη στο αίμα. Υπάρχουν δύο μορφές τροπονίνης που έχουν σχέση με την καρδιά, η τροπονίνη Ι και η τροπονίνη Τ. Φυσιολογικά, η τροπονίνη μένει μέσα στα μυϊκά κύτταρα της καρδιάς, αλλά η βλάβη σε αυτά τα κύτταρα, όπως η βλάβη μετά από ένα έμφραγμα, προκαλεί απελευθέρωση της τροπονίνης στο αίμα. Τα υψηλά επίπεδα τροπονίνης στο αίμα επίσης υποδηλώνουν μεγαλύτερη βλάβη στην καρδιά.
Οι νεότερες εκδοχές αυτού του τεστ είναι πολύ πιο ευαίσθητες και μπορούν να ανιχνεύουν πολύ μικρά ποσοστά της τροπονίνης στο αίμα. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να γίνει πιο γρήγορα η διάγνωση του εμφράγματος του μυοκαρδίου. Το τεστ τροπονίνης είναι χρήσιμο όταν τα αποτελέσματα των άλλων εξετάσεων είναι ασαφή.
Η τροπονίνη είναι μια πρωτεΐνη η οποία εντοπίζεται σε συγκεκριμένους μύες στο σώμα. Σε φυσιολογικές συνθήκες, υπάρχει μέσα στα μυϊκά κύτταρα και κυκλοφορεί ελεύθερα στην κυκλοφορία του αίματός σας μόνο σε μικρές ποσότητες. Ωστόσο, η βλάβη σε συγκεκριμένους τύπους κυττάρων μπορεί να προκαλεί μεγαλύτερη απελευθέρωση τροπονίνης στο αίμα.
Υπάρχουν δύο τύποι τροπονίνης που δείχνουν ότι υπάρχει βλάβη στο μυ της καρδιάς:
Τα επίπεδα της τροπονίνης εμφανίζουν μια απότομη αύξηση μέσα σε 3-12 ώρες μετά από ένα έμφραγμα και η κορύφωσή τους συμβαίνει 24 ώρες μετά το έμφραγμα. Επίσης μπορεί να παραμείνουν υψηλά για αρκετές μέρες.
Η πιο συχνή χρήση του τεστ τροπονίνης είναι η επιβεβαίωση ή ο αποκλεισμός ενός εμφράγματος. Ωστόσο, κάθε μορφή βλάβης στο μυ της καρδιάς μπορεί να προκαλεί απελευθέρωση της τροπονίνης στην κυκλοφορία του αίματος. Άλλες καταστάσεις που προκαλούν αύξηση στα επίπεδα της τροπονίνης περιλαμβάνουν:
Το συγκεκριμένο τεστ γίνεται στα περισσότερα νοσοκομεία, ειδικά όταν υπάρχει υποψία για έμφραγμα του μυοκαρδίου. Ωστόσο, αν κάποιος νοσηλεύεται στο νοσοκομείο , οι γιατροί μέσω του τεστ ελέγχουν την βλάβη στην καρδιά και παίρνουν χρήσιμες πληροφορίες.
Στη συγκεκριμένη εξέταση λαμβάνουν ένα δείγμα αίματος για ανάλυση και έλεγχο της κυκλοφορίας της τροπονίνης στο αίμα. Αν τα επίπεδα της τροπονίνης είναι αρκετά υψηλά, είναι ξεκάθαρος δείκτης βλάβης στην καρδιά. Σε συνδυασμό με άλλες διαγνωστικές εξετάσεις και μεθόδους, είναι το κλειδί για τη διάγνωση του εμφράγματος.
Η επανάληψη της εξέτασης είναι πολύ συχνή για να μπορεί να γίνει η σύγκριση των επιπέδων της τροπονίνης με την πάροδο του χρόνου και συμβάλλει στην πρόγνωση νέων επεισοδίων. Η τροπονίνη είναι χρήσιμος δείκτης ακόμη και ημέρες μετά το έμφραγμα επειδή τα επίπεδα της τροπονίνης Ι παραμένουν υψηλά για τουλάχιστον 5-7 ημέρες μετά το έμφραγμα. Τα επίπεδα της τροπονίνης Τ παραμένουν υψηλά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, μέχρι και τρεις εβδομάδες μετά το καρδιακό επεισόδιο.
Τα πιο σύγχρονα τεστ έχουν υψηλή ευαισθησία και συχνά ανιχνεύουν ακόμη και πολύ μικρή ποσότητα της τροπονίνης στο αίμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, που τα επίπεδα της τροπονίνης πολύ μικρά, οι γιατροί επαναλαμβάνουν την εξέταση. Αν υπάρχει αύξηση στα επίπεδα της τροπονίνης , αυτό είναι δείκτης βλάβης στο μυ της καρδιάς.
Στους υγιείς ενήλικες, τα επίπεδα της τροπονίνης είναι πολύ χαμηλά ή δεν ανιχνεύονται καθόλου. Όταν τα επίπεδα της τροπονίνης είναι πιο υψηλά αυτό σημαίνει ότι υπάρχει βλάβη στο μυ της καρδιάς και η τροπονίνη απελευθερώνεται στο αίμα.
Γενικά οι φυσιολογικές τιμές της τροπονίνης είναι:
Κάποιες άλλες καταστάσεις που αυξάνουν τα επίπεδα της τροπονίνης περιλαμβάνουν:
Η συγκεκριμένη εξέταση γίνεται πάντα σε νοσοκομειακές δομές, αλλά μετά το εξιτήριό σας μπορείτε να δείξετε τα τεστ τροπονίνης στο γιατρό σας.
Τα αποτελέσματα του τεστ τροπονίνης μπορεί να βγούνε μέσα σε μερικά λεπτά. Αλλά ίσως να χρειαστεί και μια ώρα, ανάλογα με το εργαστήριο.
Πάντα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι το εργαστήριο στο οποίο κάνουμε την εξέταση αναγράφει τις φυσιολογικές τιμές για την τροπονίνη Ι και την τροπονίνη Τ.
Ο μυς της καρδιάς περιέχει τροπονίνη C, τροπονίνη Τ και τροπονίνη Ι. Η εξέταση της τροπονίνης μετρά τα επίπεδα της τροπονίνης Τ και της τροπονίνης Ι.
Τα επίπεδα της τροπονίνης μπορεί να είναι πολύ υψηλά μερικές ώρες μετά το έμφραγμα, και να παραμένουν υψηλά μέχρι και δύο εβδομάδες μετά το επεισόδιο. Οι ασθενείς πρέπει να επαναλαμβάνουν το τεστ τροπονίνης για να βεβαιωθούν ότι τα επίπεδα της σταδιακά μειώνονται.
Τα υψηλά επίπεδα τροπονίνης είναι απλά ένα σύμπτωμα, όχι η διάγνωση, και η θεραπεία έχει ως σκοπό την αντιμετώπιση της υποκείμενης αιτίας. Όπως έχουμε αναφέρει, τα υψηλά επίπεδα τροπονίνης συνήθως αποτελούν δείκτη για το έμφραγμα του μυοκαρδίου. Η θεραπεία για το έμφραγμα εξαρτάται από την βλάβη στην καρδιά και το εάν υπάρχει παρεμπόδιση της ροής του αίματος στον καρδιά.
Κάποιες θεραπείες για το έμφραγμα περιλαμβάνουν:
Για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου ενός νέου καρδιακού επεισοδίου, καλό είναι οι ασθενείς να κάνουν κάποιες αλλαγές στον τρόπο ζωής τους, να διακόπτουν το κάπνισμα, να χάνουν βάρος, να κάνουν άσκηση και να ακολουθούν μια ισορροπημένη διατροφή.
Το τεστ τροπονίνης είναι μια χρήσιμη εξέταση που βοηθά στην διάγνωση του εμφράγματος του μυοκαρδίου, μια επείγουσα ιατρική κατάσταση. Αν υπάρχει ανησυχία για την υγεία σας τότε μπορεί να επαναλαμβάνετε συχνά την εξέταση ώστε να γνωρίζετε αν υπάρχουν αλλαγές στα επίπεδα της τροπονίνης. Η διαχείριση του άγχους με τη βοήθεια της ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ, του ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΥ παίζει κύριο ρόλο στην καλύτερη λειτουργία της καρδιάς.Το τεστ τροπονίνης είναι μια πολύτιμη διαγνωστική εξέταση