Κάνε το Τεστ
γονείς, παιδιά, άγχος, οι γονείς διδάσκουν στα παιδιά το άγχος

Έχετε διδάξει στα παιδιά σας να ανησυχούν;

Άγχος και Παιδιά

Η παιδική ηλικία είναι μια δύσκολη περίοδος, καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν και προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της ζωής. Οι νέες εμπειρίες χρειάζεται να αξιολογηθούν και να αφομοιωθούν.Τα περισσότερα παιδιά δεν ανησυχούν για τις προκλήσεις που συναντούν, γιατί ξέρουν ότι έχουν την καθοδήγηση των γονιών τους για τις δυσκολίες που θα τους τύχουν. Βέβαια, οι γονείς έχουν τις καλύτερες προθέσεις όταν καθοδηγούν τα παιδιά τους, αλλά συχνά αυτή η “καλή θέληση” μπορεί να μεταδώσει στα παιδιά άγχος, στρες και ανησυχία. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στις οποίες οι μαμάδες και οι μπαμπάδες συμβάλλουν στο μεγάλωμα αγχωμένων και ανήσυχων παιδιών. Και αυτό μπορεί να συμβεί πολύ εύκολα.

Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει σε παιδιά, έχει αναδειχθεί το γεγονός ότι 1 στα 4 παιδιά εμφανίζουν σημαντικό άγχος, το οποίο χαρακτηρίζεται από μεγάλη ένταση και ένα αίσθημα παράλυσης.

Τα μικρά παιδιά ανησυχούν συνήθως για πράγματα που έχουν ζήσει, και είναι λιγότερο ικανά για να προεκτείνουν αυτές τις ανησυχίες. Όμως από την ηλικία των 8 ετών, τα παιδιά ξεκινούν να μεγαλοποιούν (καταστροφολογούν) για τις ανησυχίες τους και να αναπτύσσουν πεποιθήσεις που διατηρούν την ανησυχία, όπως όταν πιστεύουν ότι η ανησυχία, ο συνεχής έλεγχος και η υπερεγρήγορση είναι κάτι “καλό” που μας βοηθά να προλάβουμε “κακά” πράγματα.

Γενικά τα κορίτσια ανησυχούν περισσότερο από τα αγόρια, και η ανησυχία που νιώθουν αλλάζει όσο μεγαλώνουν. Τα πολύ μικρά παιδιά ανησυχούν για τα ζώα, το σκοτάδι, τα πλάσματα της φαντασίας τους ή τα τέρατα, ενώ τα παιδιά στην προεφηβεία ανησυχούν περισσότερο για το σχολείο και τις κοινωνικές σχέσεις. Τα παιδιά στην ηλικία των 12 ετών ανησυχούν για τα συναισθήματά τους και παλεύουν να αντιμετωπίσουν συναισθήματα όπως η ντροπή ή οι ενοχές. Με πολύ απλά λόγια, οι ανησυχίες των παιδιών διαφέρουν ανά ηλικία, και εξαρτώνται από την γνωστική τους ανάπτυξη, τη συναισθηματική τους ωρίμανση και το πώς αλληλεπιδρούν με τον κόσμο (π.χ. οι απαιτήσεις της σχολικής ζωής).

Τι είναι όμως αυτό που κάνει ένα παιδί αγχώδες και ανήσυχο; Στις ημέρες μας γνωρίζουμε ότι το άγχος διατρέχει κληρονομικά τις οικογένειες, αλλά είναι και οι εμπειρίες που συμβάλλουν σε αυτό. Αυτό σημαίνει ότι οι ανησυχίες ενός παιδιού τροποποιούνται ή καθορίζονται από περιβαλλοντικούς παράγοντες, και ένας από αυτούς είναι η αλληλεπίδραση με τους γονείς. Αυτή όμως η αλληλεπίδραση αποτελείται από τρία μέρη: τη συνεισφορά της μητέρας, τη συνεισφορά του πατέρα και την επιρροή του τρόπου διαπαιδαγώγησης.

Οι γονείς μπορούν πολύ εύκολα να δημιουργήσουν αγχωμένα και ανήσυχα παιδιά. Συχνά ακούμε γύρω μας ότι “Οι αγχωμένες μαμάδες κάνουν αγχωμένα παιδιά”, μια φράση που έχει μια δόση αλήθειας μέσα της. Πώς όμως μπορούν οι μαμάδες να μεταδώσουν το άγχος τους στα παιδιά τους; Αυτό δεν γίνεται επίτηδες, και οι περισσότερες μαμάδες με άγχος προσπαθούν συνειδητά να κρύψουν τις ανησυχίες τους μπροστά στα παιδιά. Ένας τρόπος με τον οποίο οι μαμάδες μεταδίδουν το άγχος τους στα παιδιά είναι όταν εμπλέκονται σε όσα κάνουν τα παιδιά. Για παράδειγμα, μια μαμά με άγχος είναι πιο πιθανό παρεμβαίνει αδιάκριτα σε όσα κάνουν τα παιδιά, π.χ. τις εργασίες του σχολείου, σε σύγκριση με τις μαμάδες που έχουν λιγότερο άγχος. Αυτή η υπερβολική ανάμιξη σε όσα κάνουν τα παιδιά είναι πιθανό να αυξήσει την αντίληψη του παιδιού για την “απειλή”, να μειώσει την ικανότητα του παιδιού να ελέγχει την όποια “απειλή”, να αυξήσει την αποφυγή της “απειλής” και να οδηγήσει σε ανησυχία για πιθανές “απειλές”.Πολύ συχνά, οι αγχωμένες μαμάδες παρεμβαίνουν αδιάκριτα στα όσα αντιμετωπίζουν τα παιδιά ειδικά αν τα δουν να δυσκολεύονται σε κάτι συγκεκριμένο (π.χ. η ολοκλήρωση μιας εργασίας ή η αλληλεπίδραση με άλλα παιδιά), αλλά με αυτό τον τρόπο μειώνουν την αυτοπεποίθηση των παιδιών, τα οποία τελικά αισθάνονται ανεπαρκή, ανασφαλή με τον εαυτό τους και ανησυχούν περισσότερο.

Οι μελέτες που αφορούν τον ρόλο του πατέρα στη δημιουργία ανήσυχων παιδιών είναι πολύ λιγότερες. Και αυτό γιατί οι μαμάδες παραδοσιακά ασκούν μεγαλύτερη επιρροή στα παιδιά επειδή περνάνε περισσότερο χρόνο μαζί τους από ότι οι μπαμπάδες. Βέβαια, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ο υπερβολικός έλεγχος των μπαμπάδων μπορεί να προκαλέσει στα παιδιά επιπλέον άγχος, και αυτή η επίδραση εμφανίζεται περισσότερο στην εφηβεία, από ότι στην παιδική ηλικία.

Οι μαμάδες και οι μπαμπάδες παίζουν διαφορετικούς ρόλους στην ανατροφή των παιδιών και στο πως αυτά θα προσαρμόζονται στις αλλαγές. Τα παιδιά χρειάζονται μια στενή, διαπροσωπική σχέση με τη μητέρα τους που θα τα προστατεύσει από το άγχος, ενώ ο ρόλος του πατέρα είναι να καθοδηγεί με υποστήριξη το παιδί του. Όταν τα παιδιά είναι στην εφηβεία είναι πολύ σημαντικό για τις μαμάδες να τα αφήσουν “ελεύθερα”και για τους μπαμπάδες να τους παραχωρήσουν αυτονομία (ενθαρρύνοντας την ανεξαρτησία τους) ενώ παράλληλα θα είναι κοντά τους.

Εκτός όμως από τον υπερβολικό έλεγχο και την ανάμιξη στα όσα κάνουν τα παιδιά, υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανησυχία των παιδιών. Για παράδειγμα, τα παιδιά που βιώνουν την απόρριψη, την εγκατάλειψη και την επιθετικότητα των γονέων εμφανίζουν αυξημένα επίπεδα άγχους και συχνά κάνουν αυστηρή αυτοκριτική και έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, με αποτέλεσμα να είναι επιρρεπή στο στρες. Επίσης όταν τα παιδιά μεγαλώνουν με τον ένα γονέα έχουν υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν άγχος.

Όλοι οι γονείς χρειάζεται να θυμούνται ότι τα παιδιά πρέπει να έχουν καλή ψυχική υγεία, αποδεκτά επίπεδα άγχους και να ανησυχούν μόνο όταν χρειάζεται να κάνουν κάτι. Οι μαμάδες είναι ανάγκη να έχουν μια στενή σχέση με τα παιδιά τους, χωρίς όμως να ανακατεύονται συνεχώς σε όσα αυτά κάνουν, και οι μπαμπάδες να είναι υποστηρικτικοί και να ενθαρρύνουν τα παιδιά.