Αυτοάνοσα νοσήματα και γυναίκες
Τα αυτοάνοσα νοσήματα επηρεάζουν περισσότερο τις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες. Λόγω της πολυπλοκότητας αυτών των νοσημάτων, είναι δύσκολο να κατανοήσουμε πως προκύπτουν. Όμως, τα στοιχεία δείχνουν ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι πιο συχνά στις γυναίκες.
Τι είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα;
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι ένας όρος ομπρέλα που περιλαμβάνει περισσότερες από 80 καταστάσεις. Περιλαμβάνουν για παράδειγμα τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τον συστημικό ερυθηματώδη λύκο και τη σκλήρυνση κατά πλάκας.
Ονομάζονται αυτο-άνοσα, γιατί το ανοσοποιητικό σύστημα είναι αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα, καθώς επιτίθεται στα υγιή κύτταρα και ιστούς του ίδιου του οργανισμού. Αυτό συμβαίνει επειδή το ανοσοποιητικό σύστημα δεν αναγνωρίζει τα δικά του κύτταρα, αλλά τα βλέπει ως ξένα, και αντιδρά όπως όταν αναγνωρίζει ιούς ή βακτήρια. Έτσι, το ανοσοποιητικό σύστημα προσπαθεί να καταστρέψει τα κύτταρα στόχους.
Το ανοσοποιητικό σύστημα είναι ακριβές και πολύπλοκο. Ωστόσο, όταν απορρυθμίζεται μπορεί να αποβεί καταστροφικό. Ανάλογα με τον τύπο των κυττάρων στα οποία επιτίθεται το ανοσοποιητικό σύστημα, μπορεί να προκαλεί πολλά αντίστοιχα προβλήματα. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν ήπια ως σοβαρά συμπτώματα και να επηρεάζουν την ποιότητα ζωής.
Ποιοι είναι πιο επιρρεπείς στα αυτοάνοσα νοσήματα;
Περίπου το 8% του πληθυσμού παγκοσμίως έχει κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, με το 78% να είναι γυναίκες. Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό δεν είναι ξεκάθαρος.
Για ποιους λόγους τα αυτοάνοσα νοσήματα επηρεάζουν περισσότερο τις γυναίκες;
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι πολυπαραγοντικά. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί παράγοντες συμβάλλουν στην εμφάνιση τους. Οι γενετικοί παράγοντες, στους άνδρες και στις γυναίκες, παίζουν κύριο ρόλο στην εμφάνιση των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Τα γονίδια που περνούν από τη μητέρα και τον πατέρα δημιουργούν το μοναδικό γονιδίωμα του ατόμου. Ωστόσο, δεν υπάρχει ένα ʺγονίδιο αυτοανοσίαςʺ, πράγμα που κάνει δύσκολη την ανάλυση της κληρονομικότητας αυτών των νοσημάτων.
Οι μελέτες δείχνουν ότι συγκεκριμένα αυτοάνοσα νοσήματα εμφανίζουν ισχυρή κληρονομική βάση, και οι άνθρωποι που έχουν συγγενείς με κάποιο αυτοάνοσο νόσημα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, όπως συμβαίνει στη σκλήρυνση κατά πλάκας.
Απενεργοποίηση του χρωμοσώματος Χ
Οι γυναίκες έχουν δύο Χ χρωμοσώματα, ένα από την μητέρα και ένα από τον πατέρα. Το χρωμόσωμα Χ περιέχει σημαντικές πληροφορίες για πολυάριθμες διαδικασίες, όπως η παραγωγή των ορμονών του φύλου και οι ανοσολογικές αντιδράσεις.
Καθώς οι γυναίκες έχουν δύο Χ χρωμοσώματα, η δράση συγκεκριμένων γονιδίων σε ένα από αυτά είναι μόνιμα απενεργοποιημένη κατά την πρώιμη ανάπτυξη. Αυτό γίνεται για να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει «διπλή» δραστηριότητα και έτσι υπερβολική δραστηριότητα των γονιδίων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να πάει λάθος, και η δραστηριότητα ορισμένων γονιδίων που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να είναι ασύμβατη.
Ένα παράδειγμα είναι οι ασθενείς με σκληρόδερμα, ένα αυτοάνοσο νόσημα που επηρεάζει το δέρμα ή το αγγειακό σύστημα. Αυτή η νόσος οδηγεί σε υπερβολική σύνθεση του συνδετικού ιστού. Μια μελέτη έδειξε ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στην απενεργοποίηση του Χ χρωμοσώματος και στη νόσο στις γυναίκες.
Το χρωμόσωμα Χ περιέχει το μεγαλύτερο αριθμό γονιδίων που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι μια ομάδα νοσημάτων στα οποία το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται λανθασμένα στους ιστούς του σώματος. Αυτά τα νοσήματα επηρεάζουν σε ποσοστό 78-85% τις γυναίκες. Οι λόγοι πίσω από αυτό είναι πολυπαραγοντικοί και δεν έχουν κατανοηθεί πλήρως, καθώς βιολογικοί, γενετικοί, ορμονικοί και εξελικτικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο.
Ορμόνες και αυτοάνοσα νοσήματα
Οι ορμόνες παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των αυτοάνοσων νοσημάτων. Οι γυναικείες ορμόνες όπως τα οιστρογόνα ενισχύουν τη δράση του ανοσοποιητικού, και οδηγούν σε πιο ισχυρές ανοσολογικές αντιδράσεις στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες. Με αυτό τον τρόπο οι γυναίκες καταπολεμούν τις λοιμώξεις πιο αποτελεσματικά και ανταποκρίνονται καλύτερα στα εμβόλια αλλά επίσης προδιαθέτει για δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και αυτοάνοσα νοσήματα. Οι διακυμάνσεις στα οιστρογόνα και σε άλλες ορμόνες παίζουν ρόλο κλειδί στα διάφορα στάδια της ζωής των γυναικών, την εφηβεία, την εγκυμοσύνη και την εμμηνόπαυση, καθένα από τα οποία μπορεί να αλλάξει την λειτουργία του ανοσοποιητικού και να επηρεάσει την έναρξη ή την σοβαρότητα ενός αυτοάνοσου νοσήματος.
Για παράδειγμα, κάποια αυτοάνοσα νοσήματα όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα και η σκλήρυνση κατά πλάκας βελτιώνονται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ενώ άλλα όπως ο λύκος επιδεινώνονται. Αυτές οι ορμονικές μεταπτώσεις επηρεάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα με πολύπλοκους τρόπους, και αυτό επηρεάζει την ισορροπία ανάμεσα στην ανοσολογική ανοχή και την αυτοανοσία.
Από εξελικτικής άποψης, η αυξημένη παραγωγή των αντισωμάτων και η ενεργοποίηση των Β-κυττάρων που παρατηρείται στις γυναίκες μπορεί να έχουν αναπτυχθεί για να προστατεύουν τους απογόνους από μολύνσεις, καθώς τα μητρικά αντισώματα είναι ζωτικής σημασίας για την ανοσία των νεογνών. Οι γυναίκες γενικά έχουν υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων και παράγουν περισσότερα αυτοαντισώματα, τα οποία είναι αντισώματα τα οποία λανθασμένα στοχεύουν τους ιστούς στο σώμα, και αυτό συμβάλλει στην παθογένεση των αυτοάνοσων νοσημάτων. Αυτό το εξελικτικό πλεονέκτημα στην ανοσολογική άμυνα, ωστόσο, έχει κόστος καθώς αυξάνει την πιθανότητα για αυτοάνοσα νοσήματα.
Ρόλος των ορμονών του φύλου
Μια από τις πιο προφανείς διαφορές ανάμεσα στη βιολογία των ανδρών και των γυναικών είναι η παρουσία των ορμονών του φύλου, ειδικά των οιστρογόνων και της προγεστερόνης. Οι δραστικές αλλαγές σε αυτές τις ορμόνες, στη διάρκεια της εφηβείας και στην εμμηνόπαυση, μπορεί να κάνουν τις γυναίκες πιο επιρρεπείς σε αυτοάνοσα νοσήματα.
Τα στοιχεία δείχνουν μια σημαντική αλλαγή στις ανοσολογικές αντιδράσεις στη έναρξη της εφηβείας στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες. Οι ορμόνες όπως τα οιστρογόνα παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση των ανοσολογικών αντιδράσεων. Οι ορμόνες παίζουν ρόλο κλειδί στην ανάπτυξη, την ενεργοποίηση και την ωρίμανση συγκεκριμένων κυττάρων του ανοσοποιητικού όπως τα Β-κύτταρα και τα βοηθητικά Τ- κύτταρα.
Είναι ανάγκη να γίνουν περισσότερες μελέτες για την κατανόηση της επίδρασης των ορμονών του φύλου στην εμφάνιση των αυτοάνοσων νοσημάτων, και πως οι γενετικοί και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες συμβάλλουν σε αυτά.
Ποια είναι τα πιο συχνά αυτοάνοσα νοσήματα στις γυναίκες;
Τα αυτοάνοσα νοσήματα περιλαμβάνουν ένα εύρος καταστάσεων, πολλές από τις οποίες επηρεάζουν τις γυναίκες. Αυτές περιλαμβάνουν παθήσεις του θυρεοειδή όπως η θυρεοειδίτιδα Hashimoto και η νόσος Graves, τα ρευματικά νοσήματα όπως ο λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σκληρόδερμα και το σύνδρομο Sjögren και νευρολογικές διαταραχές όπως η μυασθένεια Gravis και η σκλήρυνση κατά πλάκας.
Η γυναικεία υπεροχή σε αυτές τις ασθένειες είναι συχνά εντυπωσιακή, με κάποιες καταστάσεις να είναι 10-20 φορές πιο συχνή στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Βέβαια, υπάρχουν και κάποια αυτοάνοσα νοσήματα όπως η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου που επηρεάζει εξίσου τους άνδρες και τις γυναίκες.
Συμπτώματα αυτοάνοσων νοσημάτων
Κλινικά, τα αυτοάνοσα νοσήματα εκδηλώνονται με συμπτώματα όπως η κόπωση, ο πόνος στις αρθρώσεις, τα εξανθήματα και ο πυρετός, αλλά οι γυναίκες μπορεί να έχουν συμπτώματα που σχετίζονται με την αναπαραγωγική τους υγεία όπως ο ακανόνιστος εμμηνορροϊκός κύκλος, ο πόνος στην πύελο ή η ξηρότητα του κόλπου ανάλογα με το νόσημα. Η επίδραση αυτών των νοσημάτων στην ποιότητα ζωής των γυναικών συχνά υποτιμάται, καθώς τα συμπτώματα δεν είναι ορατά ή κατανοητά από τους άλλους.
Θεραπεία αυτοάνοσων νοσημάτων
Οι θεραπευτικές επιλογές για τα αυτοάνοσα νοσήματα περιορίζονται στη διαχείριση των συμπτωμάτων και στην καταστολή των ανοσολογικών αντιδράσεων, καθώς δεν έχουν βρεθεί ακόμη θεραπείες. Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τα ανοσοκατασταλτικά και άλλες υποστηρικτικές θεραπείες βοηθούν, αλλά δεν μπορούν να εφαρμοστούν στη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Αντιμετώπιση αυτοάνοσων νοσημάτων
Το γεγονός ότι οι γυναίκες είναι ευάλωτες στα αυτοάνοσα νοσήματα οφείλεται σε γενετικούς, ορμονικούς, περιβαλλοντικούς και εξελικτικούς παράγοντες.
Είναι πολύ δύσκολο κάποιος να ζει με ένα σοβαρό αυτοάνοσο νόσημα, αλλά οι εξελίξεις στην ιατρική βελτιώνουν το προσδόκιμο επιβίωσης. Υπάρχουν πολλοί τρόποι ώστε οι ασθενείς να αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα και να ενισχύουν την ευεξία τους. Η μείωση του άγχους με την βοήθεια της ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ, βοηθά στην πρόληψη των εξάρσεων, και κάποιες αλλαγές στον τρόπο ζωής όπως ο καλός ύπνος (7-9 ώρες το βράδυ) είναι σημαντικές για την υγεία συνολικά.
Επίσης, άλλες εναλλακτικές θεραπείες όπως η ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ και ο ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΣ βοηθούν την άμυνα του οργανισμού και μπορούν να είναι πολύτιμα στην αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων υπό την καθοδήγηση ενός ομοιοπαθητικού γιατρού.