Τα ερυθρά αιμοσφαίρια περιέχουν αιμοσφαιρίνη, μια πρωτεΐνη η οποία μεταφέρει το οξυγόνο από τους πνεύμονες σε όλα τα τμήματα του σώματος. Όταν ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι μειωμένος, τότε το αίμα δεν μπορεί να μεταφέρει επαρκή ποσότητα οξυγόνου. Η ανεπαρκής ποσότητα οξυγόνου στους ιστούς προκαλεί συμπτώματα αναιμίας.
Το σώμα παράγει τρεις τύπους ερυθρών αιμοσφαιρίων, τα λευκά αιμοσφαίρια που καταπολεμούν τις λοιμώξεις, τα αιμοπετάλια που βοηθούν στην πήξη του αίματος και τα ερυθρά αιμοσφαίρια που μεταφέρουν οξυγόνο στο σώμα.
Τα ερυθρά αιμοσφαίρια περιέχουν αιμοσφαιρίνη, μια πρωτεΐνη πλούσια σε σίδηρο που δίνει στο αίμα το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα. Η αιμοσφαιρίνη βοηθά τα ερυθρά αιμοσφαίρια να μεταφέρουν οξυγόνο από τους πνεύμονες σε όλα τα τμήματα του σώματος και στην απομάκρυνση του διοξειδίου του άνθρακα.
Τα περισσότερα κύτταρα του αίματος, όπως τα ερυθρά αιμοσφαίρια παράγονται στο μυελό των οστών. Για την παραγωγή της αιμοσφαιρίνης και των ερυθρών αιμοσφαιρίων το σώμα χρειάζεται σίδηρο, βιταμίνη Β12, φολικό οξύ και άλλα θρεπτικά συστατικά.
Τα συμπτώματα ποικίλλουν σε σοβαρότητα και το πόσο γρήγορα αναπτύσσονται. Μερικοί άνθρωποι με ήπια αναιμία, ειδικά όταν αναπτύσσεται αργά, δεν έχουν καθόλου συμπτώματα. Άλλοι άνθρωποι μπορεί να έχουν συμπτώματα μόνο στη διάρκεια σωματικής άσκησης. Η πιο σοβαρή αναιμία μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα ακόμη και όταν οι άνθρωποι ξεκουράζονται. Τα συμπτώματα είναι πιο σοβαρά όταν η ήπια ή σοβαρή αναιμία αναπτύσσεται γρήγορα, όπως σε περιπτώσεις αιμορραγίας που συμβαίνει όταν ένα αγγείο υποστεί ρήξη.
Η ήπια αναιμία συχνά προκαλεί κόπωση, αδυναμία και ωχρότητα. Μαζί με αυτά τα συμπτώματα η σοβαρή αναιμία μπορεί να προκαλέσει λιποθυμία, ζαλάδα, έντονη δίψα, εφίδρωση, αδύναμο και γρήγορο σφυγμό και γρήγορη αναπνοή. Η σοβαρή αναιμία μπορεί να προκαλεί επώδυνες κράμπες στα πόδια στη διάρκεια της άσκησης, δυσκολία στην αναπνοή, πόνο στο στήθος, ειδικά αν οι άνθρωποι έχουν κυκλοφοριακό πρόβλημα στα πόδια ή συγκεκριμένες πνευμονικές ή καρδιαγγειακές παθήσεις.
Μερικά συμπτώματα αποτελούν ενδείξεις της αναιμίας. Για παράδειγμα, τα μαύρα κόπρανα, το αίμα στα ούρα ή στα κόπρανα, ή τα φλέματα με αίμα είναι δείκτες αναιμίας που οφείλεται σε αιμορραγία. Τα σκουρόχρωμα ούρα ή ο ίκτερος δείχνουν ότι η καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων μπορεί να είναι η αιτία της αναιμίας. Η αίσθηση καύσου ή το μυρμήγκιασμα στα χέρια ή στα πόδια μπορεί να είναι ένδειξη ανεπάρκειας της βιταμίνης Β12.
Οι αιτίες της αναιμίας είναι πολλές αλλά οι περισσότερες μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις κύριους μηχανισμούς που οδηγούν στην αναιμία:
Η αναιμία μπορεί να προκληθεί από υπερβολική αιμορραγία. Η αιμορραγία μπορεί να είναι ξαφνική, ή να είναι αποτέλεσμα τραυματισμού ή χειρουργείου. Η αιμορραγία που είναι σταδιακή και χρονία, τυπικά οφείλεται στις ανωμαλίες στην πεπτική ή στην ουροποιητική οδό ή στην βαριά έμμηνο ρύση. Η χρόνια αιμορραγία οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα σιδήρου, τα οποία επιδεινώνουν την αναιμία.
Η αναιμία μπορεί να είναι αποτέλεσμα της ανεπαρκούς παραγωγής των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Για την σύνθεση των ερυθρών αιμοσφαιρίων απαιτούνται πολλά θρεπτικά συστατικά. Τα πιο σημαντικά είναι ο σίδηρος, η βιταμίνη Β12 και το φολικό οξύ αλλά το σώμα χρειάζεται στοιχεία όπως ο χαλκός και ορμονική ισορροπία, ειδικά στην ερυθροποιητίνη (μια ορμόνη που διεγείρει την παραγωγή ερυθροκυττάρων). Χωρίς αυτά τα θρεπτικά συστατικά και τις ορμόνες, η παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι αργή και ανεπαρκής, ή τα ερυθρά αιμοσφαίρια μπορεί να μην σχηματίζονται σωστά και να μην μπορούν να μεταφέρουν οξυγόνο.
Τα χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα επίσης καταστέλλουν την παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων.
Η αναιμία μπορεί να οφείλεται στην καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Φυσιολογικά, τα ερυθρά αιμοσφαίρια ζουν περίπου 120 ημέρες. Τα κύτταρα στο μυελό των οστών, στο σπλήνα, και στο ήπαρ ανιχνεύουν και καταστρέφουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια που είναι κοντά στο τέλος της ζωής τους. Αν τα ερυθρά αιμοσφαίρια καταστρέφονται πρώιμα (αιμόλυση), ο μυελός των οστών μπορεί να τα αντισταθμίσει παράγοντας νέα κύτταρα πιο γρήγορα. Όταν η καταστροφή των ερυθροκυττάρων υπερβαίνει την παραγωγή τους, τότε εμφανίζεται η αιμολυτική αναιμία. Η αιμολυτική αναιμία δεν σχετίζεται με την υπερβολική αιμορραγία και την μειωμένη παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Η αιμολυτική αναιμία έχει ως αποτέλεσμα τις διαταραχές των ερυθρών αιμοσφαιρίων αλλά πιο συχνά οδηγεί σε άλλες διαταραχές που οδηγούν στην καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων.
Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι αναιμίας που έχουν διαφορετικές αιτίες και περιλαμβάνουν:
Η διάγνωσης της αναιμίας μπορεί να γίνει με τη βοήθεια εργαστηριακών εξετάσεων και την κλινική εξέταση του ασθενή. Η σωματική εξέταση και το ιατρικό ιστορικό παίζουν κύριο ρόλο στη διάγνωση των αιτιών της αναιμίας. Η σωματική εξέταση περιλαμβάνει την συνολική αξιολόγηση της κατάστασης του ασθενούς (σημάδια κόπωσης, ωχρότητα), ίκτερου, διογκωμένου σπλήνα (σπληνομεγαλία) ή ήπατος (ηπατομεγαλία), τον ήχο της καρδιάς.
Επειδή η αναιμία είναι ένα σύμπτωμα μιας άλλης νόσου, ο γιατρός σας θα αξιολογήσει τις αιτίες που προκαλούν αναιμία. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να χρειάζονται περισσότερες εξετάσεις, και άλλοι λιγότερες. Ένα αναιμικό άτομο με γνωστό έλκος στο στομάχι, τυπικά δεν είναι ανάγκη να κάνει περαιτέρω εξετάσεις, αλλά ίσως να χρειαστεί η εξέταση στομάχου. Από την άλλη πλευρά ένα άτομο, με οικογενειακό ιστορικό αναιμίας και χωρίς προφανή αιτία απώλειας αίματος ίσως να χρειάζεται περισσότερες εξετάσεις αίματος. Ο γιατρός σας θα λάβει σοβαρά υπόψη του την σοβαρότητα της αναιμίας. Όταν ένα άτομο έχει σοβαρή αναιμία, η αιτία πρέπει να καθορίζεται γρήγορα ώστε να αντιμετωπιστεί κατάλληλα.
Οι εργαστηριακές εξετάσεις για την αναιμία γενικά περιλαμβάνουν:
Η θεραπεία της αναιμίας εξαρτάται από τις αιτίες και τη σοβαρότητά της. Αν η αναιμία είναι ήπια και χωρίς συμπτώματα ή με ελάχιστα συμπτώματα, ο γιατρός σας θα σας εξετάσει διεξοδικά. Αν βρεθεί οποιαδήποτε αιτία, τότε θα ξεκινήσετε την κατάλληλη θεραπεία. Αν για παράδειγμα, η αναιμία είναι ήπια και σχετίζεται με τα χαμηλά επίπεδα σιδήρου, τότε μπορεί να σας χορηγηθούν συμπληρώματα σιδήρου.
Αν η αναιμία σχετίζεται με ξαφνική απώλεια αίματος από κάποιο τραυματισμό ή από έλκος στομάχου, τότε η νοσοκομειακή περίθαλψη και η μετάγγιση αίματος μπορεί να κριθούν απαραίτητα.
Η μετάγγιση αίματος μπορεί να απαιτείται και σε λιγότερο κρίσιμες καταστάσεις. Ένα άτομο που κάνει χημειοθεραπεία για τον καρκίνο μπορεί να εμφανίσει προβλήματα στο μυελό των οστών λόγω της χημειοθεραπείας. Αν τα επίπεδα των αιμοποιητικών κυττάρων είναι πολύ χαμηλά τότε μπορεί να είναι αναγκαία η μετάγγιση ερυθρών αιμοσφαιρίων ώστε να αντιμετωπιστούν τα συμπτώματα της αναιμίας.
Τα συμπληρώματα που διορθώνουν τις υποκείμενες αιτίες της αναιμίας περιλαμβάνουν: