Η ψυχανάλυση, γνωστή και ως ʺθεραπεία συζήτησηςʺ, αποτελεί μια μορφή ψυχοθεραπείας που βασίζεται στις θεωρίες του Σίγκμουντ Φρόυντ, ο οποίος ήταν ʺο πατέρας της ψυχανάλυσηςʺ. Ο Φρόυντ ανέπτυξε αυτή τη μορφή θεραπείας για ασθενείς που δεν ανταποκρίνονταν σε ψυχολογικές ή ιατρικές θεραπείες που ήταν διαθέσιμες εκείνο τον καιρό.
Ο Φρόυντ πίστευε ότι συγκεκριμένα προβλήματα προέρχονται από τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές που είναι βαθιά θαμμένες στο ασυνείδητο μυαλό. Επομένως, το παρόν διαμορφώνεται από το παρελθόν, καθώς οι τρέχουσες πράξεις ενός ατόμου έχουν τις ρίζες τους στις εμπειρίες της πρώιμης παιδικής ηλικίας.
Οι ψυχαναλυτές βοηθούν τους θεραπευόμενους να χρησιμοποιήσουν το ασυνείδητο για να αντιμετωπίσουν καταπιεσμένα συναισθήματα και βαθιές, πολλές φορές ξεχασμένες εμπειρίες. Η κατανόηση του ασυνείδητου μυαλού, απαιτεί από τους θεραπευόμενους να δουν τα κίνητρα που τους οδηγούν σε συγκεκριμένες σκέψεις και συμπεριφορές. Με τον τρόπο αυτό επιτρέπεται στους θεραπευόμενους να αλλάξουν τις αρνητικές πεποιθήσεις και τις καταστροφικές συμπεριφορές.
Χρησιμοποιώντας τις αρχές της ψυχαναλυτικής θεωρίας, ο ψυχαναλυτής παρέχει την ανάλογη θεραπεία. Κατά τη διάρκεια των θεραπευτικών συνεδριών, ο ψυχαναλυτής ακούει τον θεραπευόμενο να μιλά για τις φαντασιώσεις του, τα όνειρά του και να διηγείται τις εμπειρίες ζωής του. Ο ψυχοθεραπευτής ψάχνει να βρει για επαναλαμβανόμενα μοτίβα ή γεγονότα από το παρελθόν που παίζουν ρόλο στα τρέχοντα προβλήματα του θεραπευόμενου.
Ένας κλασικός ψυχαναλυτής επίσης:
Η ψυχανάλυση χρησιμοποιείται για τη θεραπεία πολλών καταστάσεων και συναισθηματικών προβλημάτων σε ενήλικες (αλλά και παιδιά). Τα θέματα που τυπικά ανταποκρίνονται καλά σε αυτή τη μορφή μακροχρόνιας θεραπείας, περιλαμβάνουν:
Πολλές υποθέσεις βασίζονται στις θεωρίες πίσω από την ψυχανάλυση. Πρώτον, η προσωπικότητα του καθενός περιλαμβάνει το Αυτό (Id), το Eγώ (ego) και το Yπερεγώ (superego). Η ταυτότητα περιλαμβάνει τόσο το ένστικτο όσο και βασικές θεμελιώδεις πράξεις, είναι η ασυνείδητη ενέργεια. Επίσης περιλαμβάνει τις επιθετικές και σεξουαλικές τάσεις. Το συνειδητό μυαλό, ή το εγώ, εξυπηρετεί στο να κρατά σε έλεγχο την ταυτότητα ασκώντας συγκρατημένη επιρροή. Τελικά, το υπερεγώ αντιπροσωπεύει την εξωτερική πραγματικότητα, περιλαμβανομένων των συνειδητών σκέψεων, των συναισθημάτων και των συμπεριφορών, που αντικατοπτρίζουν τα γονικά ή κοινωνικά πρότυπα και τις αξίες.
Αυτά τα τρία στοιχεία σχηματίζουν το δομικό μοντέλο της προσωπικότητας. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των τριών αυτών στοιχείων παρουσιάζει ένα αγώνα για κυριαρχία, που συμβαίνει μέσα σε κάθε άνθρωπο. Η ψυχανάλυση βοηθά στην ανακούφιση της υποκείμενης έντασης μεταξύ της ταυτότητας, του εγώ και του υπερεγώ. Σε μια προσπάθεια να ισορροπήσουν αυτά τα τρία στοιχεία, οι θεραπευόμενοι πρέπει να αποκαλύψουν τις ασυνείδητες σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους.
Στις περισσότερες θεραπείες ψυχανάλυσης, ο θεραπευόμενος τυπικά ξαπλώνει σε ένα καναπέ ενώ ο ψυχοθεραπευτής κάθεται πίσω από το θεραπευόμενο ώστε να μην υπάρχει οπτική επαφή. Αυτή η θέση βοηθά τον θεραπευόμενο να νιώσει άνετα, ώστε να φθάσει σε ένα πιο οικείο επίπεδο συζήτησης με τον ψυχοθεραπευτή.
Η ψυχανάλυση τυπικά περιλαμβάνει ένα μακροχρόνιο πλάνο θεραπείας. Οι θεραπευόμενοι συναντούν τον ψυχοθεραπευτή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα και μένουν σε θεραπεία για πολλά χρόνια.
Υπάρχουν πολλές θεραπευτικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται στη διάρκεια της ψυχανάλυσης, που έχουν ως στόχο να μεγιστοποιήσουν την επίγνωση του θεραπευόμενου για τις συμπεριφορές του. Μερικές από τις πιο δημοφιλείς μεθόδους περιλαμβάνουν:
Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους της ψυχανάλυσης είναι να βοηθήσει τους θεραπευόμενους να αναγνωρίσουν τις κρυμμένες σκέψεις τους, τις συμπεριφορές και τις επιθυμίες που δημιουργούν προβλήματα στην καθημερινότητα τους. Ο σκοπός είναι να βοηθηθούν οι άνθρωποι να κατανοήσουν ότι τα θέματά τους έχουν βαθιές ρίζες και προκαλούν δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές. Η ψυχανάλυση βοηθά τους ανθρώπους να δουν τα πράγματα υπό μια νέα οπτική γωνία. Αυτή η νέα στάση μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε σημαντική αλλαγή και εξέλιξη στη ζωή τους.
Μια πληθώρα λανθασμένων στερεοτύπων και μύθων συνδέονται με την ψυχανάλυση. Γενικά οι άνθρωποι έχουν μια ξεπερασμένη αντίληψη για την ψυχανάλυση, λόγω των προτύπων στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο που απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Κάποια από τα πιο συχνά στερεότυπα που αφορούν την ψυχανάλυση περιλαμβάνουν τα εξής:
Η ψυχανάλυση ταιριάζει καλύτερα σε κάποιους ανθρώπους από ότι σε άλλους. Είναι βοηθητική για ανθρώπους που θέλουν να κατανοήσουν σε βάθος τα εσωτερικά τους κίνητρα. Αυτή η μορφή θεραπείας είναι αποτελεσματική για τους ανθρώπους που θέλουν να δουν το νόημα πίσω από κάθε εμπειρία και ασχολούνται με την καρδιά ενός διλήμματος και όχι μόνο με τις εκδηλώσει του. Τυπικά η ψυχανάλυση είναι μια μακροχρόνια θεραπεία, που απαιτεί προθυμία και δέσμευση για αυτό και μερικές φορές μπορεί να είναι μια επώδυνη διαδικασία εξέλιξης.
Όπως και με κάθε μορφή ψυχοθεραπείας, έτσι και η ψυχανάλυση έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Μερικά από τα οφέλη της ψυχανάλυσης περιλαμβάνουν τα εξής:
Μερικά δυνητικά μειονεκτήματα της ψυχανάλυσης περιλαμβάνουν:
Για να γίνει κάποιος ψυχαναλυτής, πρέπει να κάνει ειδική εκπαίδευση. Για να εκπαιδευτεί κάποιος στην ψυχανάλυση πρέπει να έχει πτυχίο σε κάποιο πεδίο της ψυχικής υγείας. Διαφορετικά πτυχία είναι αποδεκτά για την εκπαίδευση στην ψυχανάλυση, και περιλαμβάνουν για παράδειγμα τα εξής :
Αν οι υποψήφιοι έχουν όλα τα προσόντα, μπορούν να εκπαιδευτούν στην ψυχανάλυση, η οποία τυπικά περιλαμβάνει τα ακόλουθα τρία στάδια:
Οι υποψήφιοι ψυχαναλυτές πρέπει επίσης να έχουν εκπαίδευση και εμπειρία σαν ψυχοθεραπευτές. Αυτή η εκπαίδευση προετοιμάζει τον μαθητευόμενο να γίνει ένας εξειδικευμένος, πεπειραμένος ψυχαναλυτής.
Η ψυχανάλυση αποτελεί μια μορφή ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ που οδηγεί σε ψυχικά οφέλη στους αναλυόμενους, ακόμη και όταν η θεραπεία έχει τελειώσει. Η ψυχανάλυση βοηθά τους ανθρώπους να κατανοήσουν σε βάθος τις ψυχολογικές ρίζες των προβλημάτων τους ,που οδηγούν σε συγκεκριμένες σκέψεις και συμπεριφορές. Αυτή η διαδικασία εξερεύνησης του εαυτού βοηθά τους ανθρώπους να αποκτήσουν βαθιά επίγνωση των συμπεριφορών και των κινήτρων τους, και τους οδηγεί σε υγιείς αλλαγές στη ζωή.