Κάνε το Τεστ
φάρμακα που επηρεάζουν τον εγκέφαλο, φάρμακα που αυξάνουν τις πιθανότητες για άνοια , φάρμακα με αρνητικές επιδράσεις στον εγκέφαλο, αντιχολινεργικά φάρμακα, βενζοδιαζεπίνες, υπνωτικά, αντιϊσταμινικά

Ποια φάρμακα να αποφεύγουμε για την υγεία του εγκεφάλου μας

Ποια φάρμακα να αποφεύγουμε για την υγεία του εγκεφάλου μας

Οι μελέτες δείχνουν ότι υπάρχουν κάποια φάρμακα που καλό είναι να τα αποφεύγουμε για την υγεία του εγκεφάλου μας , καθώς έχουν σχέση με την άνοια. Βέβαια, στις μέρες μας υπάρχουν εναλλακτικές φυσικές επιλογές που δεν προκαλούν παρενέργειες.

Εάν ένα άτομο ανησυχεί για την εμφάνιση άνοιας, μπορεί να κάνει κάποια πράγματα για να μειώσει τον κίνδυνο, όπως το να ακολουθεί μια ισορροπημένη διατροφή, να κάνει άσκηση τακτικά, ο ύπνος του να είναι επαρκής και να κρατά το μυαλό του απασχολημένο. Ωστόσο, κάποια φάρμακα που συμβάλλουν στην επίτευξη όλων των παραπάνω, μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση άνοιας. Αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνουν τις βενζοδιαζεπίνες (μια κατηγορία φαρμάκων για το άγχος και τον ύπνο) και τα αντιχολινεργικά (μια κατηγορία φαρμάκων για τις αλλεργίες και το κρυολόγημα, την κατάθλιψη, την υψηλή αρτηριακή πίεση και την ακράτεια), τα οποία έχουν σχέση με τον κίνδυνο εμφάνισης άνοιας αν ένα άτομο τα χρησιμοποιεί για περισσότερο από μερικούς μήνες. Βέβαια, και στις δύο περιπτώσεις, οι επιδράσεις είναι ανάλογες με τη δόση του φαρμάκου και τη διάρκεια της χρήσης.

Όλα αυτά τα στοιχεία δεν αποτελούν έκπληξη. Οι περισσότεροι γιατροί πιστεύουν ότι οι βενζοδιαζεπίνες, τα αντιϊσταμινικά και τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά επιβαρύνουν τους ηλικιωμένους λόγω των παρενεργειών τους. Τα συγκεκριμένα φάρμακα έχουν παρενέργειες όπως η σύγχυση και τα κενά μνήμης, που μπορεί να οδηγούν σε πτώσεις, κατάγματα και τραυματισμούς.

Γιατί τα φάρμακα επηρεάζουν τον εγκέφαλο;

Τα αντιχολινεργικά φάρμακα και οι βενζοδιαζεπίνες επηρεάζουν την δράση των νευροδιαβιβαστών, των χημικών ενώσεων που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα, αλλά τα φάρμακα λειτουργούν με ελαφρώς διαφορετικό τρόπο.

Τα αντιχολινεργικά φάρμακα μπλοκάρουν την δράση της ακετυλοχολίνης. Στον εγκέφαλο, η ακετυλοχολίνη παίζει σημαντικό ρόλο στη μνήμη και στη μάθηση. Στο υπόλοιπο σώμα, διεγείρει τα νεύρα του αυτόνομου νευρικού συστήματος, που ρυθμίζουν τις συσπάσεις των αιμοφόρων αγγείων, των αεραγωγών και του καρδιαγγειακού και του πεπτικού συστήματος. Τα πιο δυνατά αντιχολινεργικά φάρμακα περιλαμβάνουν τα αντιϊσταμινικά, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, τα φάρμακα για τον έλεγχο της ουροδόχου κύστεως και τα υπναγωγά.

Οι βενζοδιαζεπίνες ( τα πιο γνωστά αγχολυτικά) ενισχύουν την αποτελεσματικότητα άλλων νευροδιαβιβαστών. Αυξάνουν τα επίπεδα του γ-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA), το οποίο μειώνει τη δράση των νευρώνων στον εγκέφαλο. Για αυτό το λόγο, έχουν ηρεμιστική δράση και συμβάλλουν στον ύπνο.

Ποια φάρμακα μπορεί να έχουν αρνητικές επιδράσεις στον εγκέφαλό μας;

Αντιχολινεργικά φάρμακα

Μια μελέτη που έγινε σε περίπου 3500 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 65 ετών και άνω,  κατέγραψε το λεπτομερές ιστορικό των ασθενών και όλα τα φάρμακα , συνταγογραφούμενα ή μη, που είχαν πάρει μέχρι και 10 χρόνια πριν. Η παρακολούθηση των συμμετεχόντων έγινε για επτά χρόνια. Στη διάρκεια αυτών των ετών, 800 άτομα εμφάνισαν άνοια. Αφού έγινε λεπτομερής έλεγχος της φαρμακευτικής αγωγής, το συμπέρασμα ήταν πως όσοι λάμβαναν αντιχολινεργικά φάρμακα είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο για άνοια. Φυσικά, αυτό το συμπέρασμα προήλθε από την σύγκριση με τους ασθενείς που δεν λάμβαναν αντιχολινεργικά.

Επιπλέον, ο κίνδυνος για άνοια ήταν μεγαλύτερος όσο υπήρχε αθροιστική συσσώρευση του φαρμάκου. Η λήψη ενός αντιχολινεργικού για τρία χρόνια ή περισσότερο οδηγούσε σε 54% μεγαλύτερο κίνδυνο για άνοια από ότι η λήψη της ίδιας δόσης για τρεις μήνες ή λιγότερο.

Στη συγκεκριμένη μελέτη υπήρχε καταγραφή και των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Αποτέλεσε επίσης την πρώτη μελέτη η οποία εξαλείφει την πιθανότητα ότι οι άνθρωποι έπαιρναν τα συγκεκριμένα φάρμακα για να ανακουφίσουν τα πρώιμα μη διαγνωσμένα συμπτώματα της άνοιας. Οι άνθρωποι που λάμβαναν αντιχολινεργικά φάρμακα για τα θέματα της ουροδόχου κύστεως ή τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά είχαν τον ίδιο κίνδυνο.

Βενζοδιαζεπίνες

Μία μελέτη η οποία έγινε σε ανθρώπους που λάμβαναν βενζοδιαζεπίνες έδειξε ότι η αθροιστική συσσώρευση των βενζοδιαζεπινών  οδηγεί σε μεγαλύτερο κίνδυνο για άνοια.

Σε αυτή τη μελέτη συμμετείχαν περίπου 2000 άνδρες και γυναίκες άνω των 66 ετών με άνοια. Επίσης επιλέχθηκαν τυχαία 7000 άνθρωποι χωρίς άνοια με τις ίδιες ηλικίες. Από τη στιγμή της δημιουργίας των ομάδων, οι ερευνητές κατέγραψαν όλα τα φάρμακα που λάμβαναν τα προηγούμενα πέντε με έξι χρόνια πριν την διάγνωση της άνοιας.

Η λήψη βενζοδιαζεπινών για τρεις διαδοχικούς μήνες ή λιγότερο δεν οδηγούσε σε υψηλότερο κίνδυνο για άνοια. Ωστόσο, όσοι ασθενείς έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες για έξι μήνες είχαν 32% μεγαλύτερο κίνδυνο για άνοια. Επιπλέον, όσοι έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες για παραπάνω από έξι μήνες είχαν 84% μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτούς που δεν είχαν πάρει ποτέ.

Επίσης ο τύπος του φαρμάκου είχε πολλή μεγάλη σημασία. Όσοι άνθρωποι έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες μακράς δράσης όπως η διαζεπάμη ή η φλουραζεπάμη είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο από όσους έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες βραχείας δράσης όπως η τριαζολάμη, η λοραζεπάμη, η αλπραζολάμη (Xanax) ή η τεμαζεπάμη.

Υπναγωγά –υπνωτικά φάρμακα

Τα συγκεκριμένα φάρμακα χρησιμοποιούνται για την θεραπεία της αϋπνίας και άλλων θεμάτων σχετικά με τον ύπνο. Επίσης είναι αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση του ήπιου άγχους. Αυτά περιλαμβάνουν την εζοπικλόνη, την ζολπιδέμη.

Αν και διαφέρουν χημικά από τις βενζοδιαζεπίνες , δρουν στα ίδια μονοπάτια του εγκεφάλου, επηρεάζουν τους νευροδιαβιβαστές, και έχουν παρόμοιες παρενέργειες και προβλήματα όπως το στερητικό σύνδρομο.

Υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές για την αϋπνία και το άγχος , όπως η μελατονίνη για παράδειγμα, που συμβάλλει στον υγιή ύπνο.

Πριν κάποιος διακόψει ή μειώσει την δοσολογία των υπναγωγών, καλό είναι να συζητήσει με το γιατρό του. Η ξαφνική διακοπή μπορεί να έχει σοβαρές παρενέργειες και να προκαλεί στερητικό σύνδρομο.

Αντιϊσταμινικά φάρμακα (πρώτης γενιάς)

Τα συγκεκριμένα φάρμακα ανακουφίζουν ή προλαμβάνουν τα συμπτώματα της αλλεργίας ή αυτά του κρυολογήματος. Μερικά αντιϊσταμινικά επίσης προλαμβάνουν την ναυτία, τον εμετό και τη ζαλάδα, και καταπολεμούν το άγχος και την αϋπνία.

Μερικά παραδείγματα περιλαμβάνουν την βρομφαινιραμίνη, την καρβινοξαμίνη, την χλωροφαινιραμίνη, την διφαινυδραμίνη, την υδροξυζίνη.

Τα συγκεκριμένα φάρμακα (τα συνταγογραφούμενα ή μη) αναστέλλουν την δράση της ακετυλοχολίνης, μιας ουσίας που ρυθμίζει πολλές λειτουργίες στο σώμα μας. Στον εγκέφαλο, αναστέλλουν τα κέντρα της μνήμης και της μάθησης, πράγμα που μπορεί να οδηγεί στην απώλεια μνήμης.

Τα αντιϊσταμινικά νέας γενιάς όπως η λοραταδίνη και η σετιριζίνη (Ζιρτέκ) είναι καλύτερα ανεκτά από τους ηλικιωμένους ασθενείς και δεν έχουν τους ίδιους κινδύνους για την μνήμη και την αντίληψη.

Γιατί τα συγκεκριμένα φάρμακα έχουν πιο ισχυρή επίδραση στους ηλικιακά μεγαλύτερους ανθρώπους;

Όσο μεγαλώνουμε, αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο το σώμα μας επεξεργάζεται τα φάρμακα. Οι νεφροί και το ήπαρ απομακρύνουν τα φάρμακα πιο αργά, έτσι τα επίπεδα των φαρμάκων παραμένουν υψηλά στην κυκλοφορία του αίματος για περισσότερο χρόνο. Επίσης, όσο μεγαλώνουμε παίρνουμε λίπος και χάνουμε μυϊκή μάζα. Και επειδή τα συγκεκριμένα φάρμακα αποθηκεύονται στο λιπώδη ιστό, συνεχίζουν να έχουν επιδράσεις ακόμη και όταν ένα άτομο σταματά να τα παίρνει, ειδικά αν έχει υψηλά ποσοστά λίπους στο σώμα. Επιπλέον, οι μεγαλύτεροι άνθρωποι έχουν την τάση να παίρνουν περισσότερα συνταγογραφούμενα και μη φάρμακα, καθένα από τα οποία έχει τη δυνατότητα να καταστέλλει ή να ενισχύει τις επιδράσεις των άλλων.

Εναλλακτικές θεραπευτικές επιλογές 

Είναι πολύ σημαντικό όλοι μας να αξιολογούμε τα πιθανά οφέλη και τους κινδύνους από τα φάρμακα που λαμβάνουμε. Αν ένα φάρμακο έχει παρενέργειες, υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές,  όπως η ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ,  ο ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΣ και η ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ.

Φυσικά, κανείς δεν πρέπει να διακόπτει μόνος του την φαρμακευτική αγωγή. Δεν είναι ασφαλές κάποιος να διακόπτει απότομα τις βενζοδιαζεπίνες και τα αντιχολινεργικά φάρμακα. Καλό είναι να συζητάτε με το γιατρό σας για να φτιάξετε ένα πλάνο που θα είναι προσαρμοσμένο στις δικές σας ανάγκες. Πλέον, υπάρχουν διαθέσιμα φάρμακα με ελάχιστες παρενέργειες.